- Σούτσος
- Επώνυμο μεγάλης φαναριώτικης οικογένειας, η οποία καταγόταν από την Ήπειρο, και κατ’ άλλους από τη Βουλγαρία, και είχε εγκατασταθεί στην Κωνσταντινούπολη πριν από την άλωση, με το επώνυμο Δράκος. Μετά την άλωση, η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Ήπειρο, αλλά, έπειτα από σουλτανική διαταγή, ξαναγύρισε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ένα μέλος της, έμπειρο στα υδραυλικά, εργάστηκε σε τουρκική υπηρεσία της ειδικότητάς του. Το μέλος αυτό, γνωστός ως Σουτσής, υπήρξε η αφορμή να μετατραπεί το επώνυμο της οικογένειας σε Σούτσος.
1. Ιωάννης. Αναφέρεται κυρίως ως κάτοχος πλούσιας βιβλιοθήκης στην Κωνσταντινούπολη (1858).
2. Κωνσταντίνος. Ρήτορας, ο οποίος άκμασε τον 18o αι. στο Φανάρι. Έγραψε χρονογραφία, η οποία εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον Μ. Γεδεών.
3. Αλέξανδρος. Γιος του προηγούμενου. Χρημάτισε μέγας χαρτοφύλακας της Μεγάλης Εκκλησίας (1741-1760) και το 1752 μέγας σκευοφύλακας.
4. Νικόλαος (1730-1769). Μέγας διερμηνέας της Υψηλής Πύλης, απόφοιτος της Πατριαρχικής Ακαδημίας. Το 1765 ονομάστηκε μέγας λογοθέτης και αργότερα, εξαιτίας των μεγάλων του ικανοτήτων, μέγας διερμηνέας (1768). Στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο βρισκόταν στη Μολδαβία και ο ηγεμόνας της Γρηγόριος Καλλιμάχης διέταξε τη σύλληψή του, επειδή υποστήριξε τους Ρώσους, και τον έστειλε στην Κωνσταντινούπολη, όπου καρατομήθηκε.
5. Μιχαήλ (1730-1803). Μέγας διερμηνέας και ηγεμόνας της Βλαχίας και της Μολδαβίας, αδελφός του προηγούμενου. Το 1782 διορίστηκε μέγας διερμηνέας και το 1783 ηγεμόνας της Βλαχίας, θέση στην οποία παρέμεινε έως το 1786. Αργότερα, διατέλεσε ηγεμόνας της Μολδαβίας (1793-1795) και, ενώ παύτηκε, ξαναδιορίστηκε αργότερα στην ηγεμονία της Βλαχίας (1801). Επειδή δεν μπόρεσε να καταβάλει την ανταρσία του Πασβάνογλου, αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αυστρία, όπου και πέθανε.
6. Αλέξανδρος. Γιος του προηγούμενου. Διετέλεσε μέγας διερμηνέας (1802). Καρατομήθηκε το 1807 έπειτα από σουλτανική διαταγή.
7. Αλέξανδρος. Γιος του Νικόλαου (1758-1821). Δραγουμάνος του στόλου (1797-1799), μέγας διερμηνέας. Σπούδασε στην Πατριαρχική Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης. Το 1801 διορίστηκε ηγεμόνας της Μολδαβίας και το 1802 της Βλαχίας. Από τότε, κατά καιρούς, διετέλεσε ηγεμόνας της μιας ή της άλλης, ανάλογα με την τότε πολιτική κατάσταση. Υποστηρίζεται ότι μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και ότι δηλητηριάστηκε από μέλη της επειδή αρνήθηκε τελικά να υποστηρίξει τα σχέδιά της.
8. Γεώργιος (1745-1816). Λόγιος και δραματουργός (1745-1816). Σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Έγραψε θεατρικά έργα, τα οποία είναι ουσιαστικά ιδιόμορφοι φιλοσοφικοί και κοινωνικοί διάλογοι, με πρόσωπα συμβολικά, που θυμίζουν μεσαιωνικά θεατρικά έργα. Ένα απ’ αυτά τιτλοφορείται Αλέξανδρος Βόδας ο ασυνείδητος.
9. Δημήτριος (1785-1821). Ανιψιός του Μιχαήλ Βόδα. Θεωρείται ο ιδρυτής του Ιερού Λόχου στο κίνημα του Αλ. Υψηλάντη. Ήταν πολύ μορφωμένος και μετέφρασε την Αρχαία Ιστορία της Ελλάδας του Σεγιόρ (1836). Σκοτώθηκε στη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων του Δραγατσανίου.
10. Μιχαήλ (Κωνσταντινούπολη 1798 - Αθήνα 1866). Διπλωματικός υπάλληλος, αδελφός των ποιητών Αλέξανδρου και Παναγιώτη Σ. Μετά την αποκατάσταση του ελληνικού κράτους, μπήκε στη διπλωματική υπηρεσία και χρημάτισε επί αρκετά χρόνια γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη.
11. Μιχαήλ. (1784-1864). Ονομαζόταν και Μιχαήλ Βόδας και ήταν εγγονός του Μιχαήλ (5). Διετέλεσε γραμματέας του Αλέξανδρου Σ. και του μεγάλου διερμηνέα Ιωάννη Καρατζά. Ως διερμηνέας (1815), κατόρθωσε με την επιρροή του στο Σουλτάνο να εξασφαλίσει τα ελληνικά δικαιώματα στον Πανάγιο Τάφο, δικαιώματα της Ορθοδοξίας και να περιορίσει τις απαιτήσεις εκείνων στους οποίους χρωστούσε χρήματα το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Υποστηρίζεται επίσης ότι αυτός έπεισε τον Σουλτάνο να εξοντώσει τους Γενιτσάρους. Το 1818 εκλέχτηκε ηγεμόνας της Μολδαβίας και στην περίοδο αυτή μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, την οποία βοήθησε οικονομικά. Κατά την εισβολή του Α. Υψηλάντη στη Μολδαβία, τάχτηκε αμέσως στο πλευρό του, αλλ’ αναγκάστηκε να φύγει μετά την αποτυχία του κινήματος. Επί I. Καποδίστρια διορίστηκε αντιπρόσωπος της Ελλάδας στη Γαλλία και πέτυχε την αποστολή στρατού και χρημάτων από μέρους της Γαλλίας για την εκδίωξη των Τούρκων. Χρημάτισε επίσης πρεσβευτής της Ελλάδας στο Παρίσι, στην Πετρούπολη και στο Λονδίνο και σύμβουλος της Επικρατείας (1839). Αποσύρθηκε από την πολιτική μετά την αποτυχία της επανάστασης του 1844, της οποίας ήταν ένας από τους κυριότερους οργανωτές.
12. Αλέξανδρος (1802-1870). Αδελφός του Νικολάου (4) και Μιχαήλ (5). Μετά το τέλος των σπουδών του στην Κωνσταντινούπολη, πήγε στο Παρίσι, όπου διακρίθηκε στη νομισματική. Επί Όθωνα γύρισε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Κατάρτισε τότε σπουδαία νομισματική συλλογή, την οποία δώρησε στο Δημόσιο. Ευεργέτησε επίσης με σημαντικά ποσά το Αμαλίειο ορφανοτροφείο και το Πτωχοκομείο.
13. Αλέξανδρος. Σατιρικός και λυρικός ποιητής (Κωνσταντινούπολη 1803 - Σμύρνη 1863). Μετά τις γυμνασιακές σπουδές του στη Xίο, πήγε στο Παρίσι, όπου επηρεάστηκε από τη ρομαντική ποίηση. Εκεί τον βρήκε η είδηση για την έκρηξη της Επανάστασης κι άρχισε να τυπώνει πατριωτικές ωδές, με τις οποίες δοξολογούσε τους ήρωες του Αγώνα. Αργότερα ήρθε στην επαναστατημένη Ελλάδα. Στο Ναύπλιο, πρωτεύουσα του αυτόκλητου ακόμα τότε ελληνικού κράτους, μέσα στις εμφύλιες διαμάχες, το σατιρικό πνεύμα του βρήκε την ευκαιρία να εκδηλωθεί. Από την πρώτη στιγμή φάνηκε πως η σάτιρά του δεν είχε κανένα ελαφρό και παιγνιώδη τόνο (όπως, π.χ., η μεταγενέστερη σάτιρα του Σουρή), αλλά είχε πιο άμεσους στόχους. Παρά τη φαναριώτικη καταγωγή του μαστίγωνε τους προύχοντες, τους βουλευτές, τον ανώτερο κλήρο, που συναλλασσόταν για προσωπικά οφέλη με τον λαό, τον Καποδίστρια, όλους τους πρωταγωνιστές του «θεάτρου της τρέλας», όπως φανταζόταν το Ναύπλιο - πρωτεύουσα ενός κράτους που ουσιαστικά δεν υπήρχε ακόμα. Η αντίδραση ήταν έντονη: οι ενοχλούμενοι διαμαρτύρονταν, ως το σημείο ν’ αποπειραθούν να τον δολοφονήσουν, ενώ οι νέοι, ενθουσιασμένοι, αποστήθιζαν τους στίχους του. Ο Σ. απτόητος συνέχισε την καυστική σάτιρά του, που αργότερα την έστρεψε κατά του Όθωνα και των Βαυαρών. Φυλακίστηκε, ύστερα αφέθηκε ελεύθερος, με τον όρο να φύγει στην Ευρώπη. Το 1839 επέστρεψε, φέρνοντας μαζί του τα πρώτα άσματα του Περιπλανώμενου (βασισμένο στον Τσάιλντ Χάρολντ του Βύρωνα). Μαζί με αυτά δημοσίευσε και τη Μενιππείαν τινά ποίησιν, με την οποία έφτασε στο αποκορύφωμα της σατιρικής του επιθετικότητας. Ακολούθησαν νέες διώξεις και νέα φυγή στο εξωτερικό. Ξαναγύρισε μετά την ψήφιση του Συντάγματος του 1843, που αυτός το είδε να αποτελεί προπέτασμα για τις αυθαιρεσίες των ισχυρών, και γνώρισε τότε νέες διώξεις. Αναγκάστηκε να απομακρυνθεί για λίγο από τη πρωτεύουσα. Το 1850 δημοσίευσε την Τουρκομάχον Ελλάδα. Αλλά κάθε έργο του Σ. ήταν και μια πρόκληση. Καταδιώχτηκε για τέταρτη φορά κι έφυγε στην Κωνσταντινούπολη. Όταν ξαναγύρισε (ένας άσβηστος πόθος τον τραβούσε πάντα στην Αθήνα), συνέχισε την έκδοση του Περιπλανώμενου, που κατασχέθηκε, ενώ ο ίδιος ο Σ. έμεινε έντεκα μήνες φυλακισμένος. Βγήκε από τη φυλακή κι έφυγε για το Παρίσι, αλλά και πάλι προσωρινά: η Αθήνα ήταν το σταθερό μαγνητικό κέντρο. Το ταξίδι αυτό όμως ήταν το τελευταίο· άρρωστος μπήκε σε νοσοκομείο της Σμύρνης, όπου πέθανε, μόνος και δύστυχος, ως άπορος. Τότε η Εθνική Συνέλευση ψήφισε την έκδοση των έργων του, η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε. Αργότερα ο Αχ. Παράσχος πήγε στη Σμύρνη και ξέθαψε τα οστά του, που τάφηκαν στην Αθήνα με πάνδημη κηδεία.
Ο Σ. δεν είναι μεγάλος ποιητής, παρά τη μεγάλη στιχουργική ευχέρεια και το σπάνιο εύρος λόγου που τον χαρακτήριζαν. Τα ποιήματά του κατά κανόνα δεν υπερβαίνουν, καθώς είπαν, το επίπεδο μιας «έμμετρης πολιτικής αρθρογραφίας». Όμως συγκίνησαν βαθιά την εποχή τους, γιατί απηχούσαν τη γύρω πραγματικότητα και εξέφραζαν μια μοναδική στην εποχή τους πολιτική ωριμότητα και κοινωνική τόλμη.
14. Ιωάννης (1803-1890). Διορίστηκε επί αντιβασιλείας μέλος του Συμβουλίου του κράτους και το 1837 καθηγητής της πολιτικής οικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Έγραψε τις μελέτες Πλουτολογία, Πλουτολογικαί μελέται, Δημοσιολογία κ.ά.
15. Παναγιώτης. Λυρικός ποιητής (Κωνσταντινούπολη 1806 - Αθήνα 1868). Αδελφός του Αλέξανδρου, σπούδασε όπως κι εκείνος στην Ευρώπη (Παρίσι), όπου επηρεάστηκε από το γαλλικό ρομαντισμό και προπάντων από τον Λαμαρτίνο, έως το σημείο, πολλές φορές, μιας πιστής αντιγραφής. Γι’ αυτό είπαν χαρακτηριστικά πως οι δύο αδελφοί έγιναν οι «μεταφραστές» των Γάλλων ρομαντικών και οι πνευματικοί πατέρες των Παράσχων.
Αντίθετα με τον Αλέξανδρο, ο Παναγιώτης δεν ασχολήθηκε παρά συμπτωματικά με την πολιτική· την έμπνευση και την έφεσή του τις αφιέρωσε στη λυρική ποίηση (όπως αυτός την εννοούσε). Από νωρίς άρχισε να γράφει ποιήματα. Σύντομα στερεώθηκε η φήμη του με τον Οδοιπόρο (1831), έμμετρο δραματικό έργο, όπου παριστάνεται ο έρωτας δύο νέων που τους χώρισε η κακή τους μοίρα, για να τους ενώσει ανέλπιστα, και όταν πια ήταν πολύ αργά για μια νέα ζωή, στο Άγιο Όρος, ο εκούσιος θάνατός τους που επισφραγίζει το δράμα τους. Συγχρόνως εξαίρονται στον Οδοιπόρο και τα πατριωτικά ιδεώδη. Το βιβλίο διαβάστηκε άπληστα σε αλλεπάλληλες εκδόσεις, γνωρίζοντας, όπως είπαν, τη λαϊκή επιτυχία του Ονειροκρίτη ή των βίων αγίων. Ορισμένα λυρικά κομμάτια του έγιναν τραγούδια της εποχής. Ο Σ. έγραψε και άλλα δραματικά έργα αργότερα, η επιτυχία όμως του Οδοιπόρου δεν επαναλήφθηκε.
Ο Σ. φιλοδόξησε να γίνει αρχηγός μιας σχολής η οποία, εκτός από τις υπερβολές ενός ενθουσιώδους και στομφώδους ρομαντισμού («η θεότης, ο έρως και η ελευθερία, ιδού εν γένει το τρίγωνον, εφ’ ου ο Παναγιώτης Σούτσος ίδρυσε την εαυτού ποίησιν», έγραψε για τον εαυτό του), θα είχε σκοπό της να υπερασπιστεί την καθαρεύουσα ως τη μόνη νόμιμη και επιτρεπτή γλώσσα της πολιτείας και της λογοτεχνίας. Για τον σκοπό αυτόν τύπωσε το 1853 ένα προγραμματικό βιβλίο του, με τη μορφή ενός μαχητικού μανιφέστου, που έχει το χαρακτηριστικό τίτλο: Νέα Σχολή του γραφομένου λόγου ή ανάστασις της αρχαίας Ελληνικής. Η Νέα Σχολή, που επικρίθηκε δεινά, την ίδια χρονιά, από τον καθηγητή του πανεπιστήμιου Κωνσταντίνο Ασώπιο, εκφράζει ίσως το αποκορύφωμα της ανεδαφικότητας, η οποία γενικά χαρακτήριζε τον ιδεολογικό κόσμο της ρομαντικής σχολής της Αθήνας.
Ο Σ., που τις λίγες φορές όπου αναμείχτηκε στις πολιτικές έριδες το έκαμε πιο πολύ για το χατίρι του αδελφού του, διώχτηκε παρόλα αυτά κι έχασε τις θέσεις που του δόθηκαν κατά καιρούς. Μάταια επιδίωκε να λάβει σύνταξη και πέθανε από την πείνα.
16. Σκαρλάτος. Αξιωματικός του πυροβολικού (1806-1887). Σπούδασε στη Στρατιωτική σχολή του Μονάχου. Μετά το τέλος των σπουδών του γύρισε στην Ελλάδα και κατατάχτηκε στον Ελληνικό στρατό (1828), στον οποίο έφτασε έως τον βαθμό του αντιστράτηγου. Επί I. Καποδίστρια διετέλεσε καθηγητής της πυροβολικής στη Σχολή των Ευελπίδων, και επί Όθωνα έγινε αυλάρχης του βασιλιά (1837) και υπουργός Στρατιωτικών (1854), αλλά παραιτήθηκε, εξαιτίας της ξένης κατοχής. Χρημάτισε επίσης αυλάρχης του βασιλιά Γεώργιου Α, αρχηγός του στρατού της Αν. Ελλάδας και για δεύτερη φορά υπουργός των Στρατιωτικών (1869). Κατά την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλία (1878) ήταν αρχηγός του εκστρατευτικού στρατού.
17. Ελίζα. Ελληνίδα λογία, κόρη του προηγουμένου (1837-1888). Ασχολήθηκε με τα γράμματα αλλά και τη φιλανθρωπία. Μετέφρασε πολλά ξένα έργα, μεταξύ των οποίων τους Μάρτυρας της επιστήμης του Τισαντιέ, τα Γνωμικά του Λα Ροσφουκό κ.ά.
18. Γρηγόριος. Ζωγράφος (Κωνσταντινούπολη 1814 - Παρίσι 1869). Ήταν γιος του Μιχαήλ Βόδα Σούτσου και της Λοξάνδρας, της κόρης του ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη Καρατζά. Σπούδασε ζωγραφική στη Ρώμη και μετά στο Παρίσι, όπου τελικά και εγκαταστάθηκε. Ο Σ. διακρίθηκε για τον ρομαντικό λυρισμό των πινάκων του, κυρίως στις ακουαρέλες του με ελληνικά τοπία. Ο Γ. Σ. ήταν προσωπικός φίλος του Ντεκά και ο πρώτος του δάσκαλος στη χαρακτική.
19. Αλέξανδρος (Αθήνα 1837 - Βουκουρέστι 1919). Έλληνας ψυχίατρος, καθηγητής της νευροπαθολογίας και ιατροδικαστικής στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου. Διδάκτορας της παρισινής ιατρικής σχολής, πήγε στο Βουκουρέστι, όπου εκλέχτηκε γραμματέας της εκεί Επιστημονικής Εταιρείας και γιατρός του ψυχιατρείου Μαρκούτζα (1857). Το 1868 δίδαξε ως έκτακτος καθηγητής στην έδρα φρενικών νόσων της ιατρικής σχολής του Βουκουρεστίου και το 1875 διορίστηκε τακτικός καθηγητής. Στη θέση αυτή έμεινε έως το 1910. Ίδρυσε στο Βουκουρέστι ιδιωτική φρενολογική κλινική (1887) και είναι ο πρώτος που ασχολήθηκε στη Ρουμανία με τις φρενικές αρρώστιες. Έγραψε τις επιστημονικές μελέτες Παρατηρήσεις επί της επιληψίας και της επιληπτικής μανίας (1868), Ο παράφρων εν τη κοινωνία και τη επιστήμη (1877), Επί του μηχανισμού της παραφροσύνης (1880), Στοιχεία ιατροδικαστικής (1880) Ταξινόμησις των ψυχώσεων (1900) κ.ά.
20. Περικλής. Υγειονομικός αξιωματικός του ελληνικού στρατού (Οδησσός 1829 - Αθήνα 1896). Σπούδασε ιατρική στην Αθήνα και στην Ευρώπη και, μετά το τέλος των σπουδών του, υπηρέτησε στο υγειονομικό σώμα. Διετέλεσε καθηγητής της στρατιωτικής υγιεινής στη Σχολή Ευελπίδων και διευθυντής του υγειονομικού τμήματος του υπουργείου Στρατιωτικών (1866-1895). Οργάνωσε στο φαρμακείο της φρουράς της Αθήνας και το σώμα νοσοκόμων και τραυματιοφόρων. Χρημάτισε επίσης μέλος του Ιατροσυνέδριου και για πολλά χρόνια πρόεδρος της Ανωτάτης Υγειονομικής Επιτροπής.
21. Ελίζα. Ελληνίδα κυρία επί των τιμών της πριγκίπισσας Σοφίας (Αθήνα 1864 - Παρίσι 1925). Κόρη του αρχίατρου Περικλή Σ., διετέλεσε η πρώτη κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Σοφίας. Το 1891 παντρεύτηκε τον πρεσβευτή της Ισπανίας στην Αθήνα μαρκήσιο Πρα ντε Ναντουγιέ και, μετά τον θάνατό του, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
22. Σοφία (1860-1932). Κόρη του διπλωμάτη Νικόλαου Μαυροκορδάτου και σύζυγος του στρατηγού Αλέξανδρου Σ. Διετέλεσε μεγάλη κυρία επί των τιμών της βασίλισσας Σοφίας. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα, με τα αθηναϊκά φιλανθρωπικά ιδρύματα.
Το εξώφυλλο έργου του Παναγιώτη Σούτσου για τις επιδιώξεις της «Νέας Σχολής». Η λογοτεχνική αυτή σχολή είχε ως βασικό της στόχο να ανατρέψει το «φραγκικόν οικοδόμημα».
Dictionary of Greek. 2013.